Το να βάζουμε όρια φαίνεται απλό στη θεωρία, όμως στην πράξη συχνά συνοδεύεται από ενοχές, εσωτερική ένταση και την αίσθηση ότι κάνουμε κάτι λάθος. Αυτό δεν σημαίνει ότι τα όρια είναι λάθος· σημαίνει ότι έχουμε μάθει να ζούμε χωρίς αυτά.
Οι περισσότεροι από εμάς μεγαλώσαμε μαθαίνοντας να προσαρμοζόμαστε, να μην ενοχλούμε, να είμαστε διαθέσιμοι και υπομονετικοί. Σε πολλές οικογένειες και σχέσεις, η αγάπη συνδέθηκε με την αντοχή και την αυτοθυσία. Έτσι, όταν σήμερα πάμε να βάλουμε όριο, ο ψυχισμός μας δεν το αναγνωρίζει ως αυτοφροντίδα αλλά ως απειλή, σαν να παραβιάζουμε έναν άγραφο κανόνα που λέει ότι αν δεν είμαστε διαθέσιμοι, δεν αξίζουμε.
Οι ενοχές που εμφανίζονται δεν είναι απόδειξη ότι φταίμε. Είναι ένδειξη σύγκρουσης ανάμεσα σε αυτό που μάθαμε και σε αυτό που χρειαζόμαστε τώρα. Ένα μέρος μας προσπαθεί να προστατεύσει τον εαυτό μας, ενώ ένα άλλο φοβάται την απόρριψη, την κριτική ή το να φανεί εγωιστικό. Αυτή η εσωτερική σύγκρουση γεννά ενοχή, όχι επειδή το όριο είναι λάθος, αλλά επειδή είναι καινούριο.
Οι ενοχές που εμφανίζονται δεν είναι απόδειξη ότι φταίμε. Είναι ένδειξη σύγκρουσης ανάμεσα σε αυτό που μάθαμε και σε αυτό που χρειαζόμαστε τώρα. Ένα μέρος μας προσπαθεί να προστατεύσει τον εαυτό μας, ενώ ένα άλλο φοβάται την απόρριψη, την κριτική ή το να φανεί εγωιστικό. Αυτή η εσωτερική σύγκρουση γεννά ενοχή, όχι επειδή το όριο είναι λάθος, αλλά επειδή είναι καινούριο.
Συχνά μπερδεύουμε την ευθύνη με το βάρος και νιώθουμε υπεύθυνοι για τα συναισθήματα και τις αντιδράσεις των άλλων. Όταν ο άλλος στενοχωριέται, αισθανόμαστε ότι φταίμε. Όμως ευθύνη δεν σημαίνει να κουβαλάμε αυτό που δεν μας ανήκει. Μπορούμε να είμαστε ξεκάθαροι χωρίς να είμαστε σκληροί και να φροντίζουμε χωρίς να αυτοαναιρούμαστε.
Ένα όριο δεν είναι επίθεση, ούτε τιμωρία, ούτε απόρριψη. Είναι πληροφορία. Λέει απλώς: «Μέχρι εδώ μπορώ. Πέρα από αυτό νιώθω ότι καταπιέζομαι και χάνω τον εαυτό μου». Όταν δεν βάζουμε όρια, η σχέση δεν γίνεται πιο βαθιά αλλά πιο βαριά, και αργά ή γρήγορα εμφανίζονται θυμός, απόσταση ή εσωτερική εξάντληση.
Ένα όριο δεν είναι επίθεση, ούτε τιμωρία, ούτε απόρριψη. Είναι πληροφορία. Λέει απλώς: «Μέχρι εδώ μπορώ. Πέρα από αυτό νιώθω ότι καταπιέζομαι και χάνω τον εαυτό μου». Όταν δεν βάζουμε όρια, η σχέση δεν γίνεται πιο βαθιά αλλά πιο βαριά, και αργά ή γρήγορα εμφανίζονται θυμός, απόσταση ή εσωτερική εξάντληση.
Τα πρώτα όρια πονάνε γιατί μοιάζουν αφύσικα: το σώμα μας δεν έχει συνηθίσει να υποστηρίζεται και ο νους φοβάται τις συνέπειες γιατί κουβαλά στη μνήμη παλιά μοτίβα απόρριψης. Με τον καιρό όμως οι ενοχές χάνουν τη δύναμή τους και στη θέση τους εμφανίζεται μια αίσθηση εσωτερικής ανάπτυξης.
Αν νιώθουμε ενοχές όταν βάζουμε όρια, δεν χρειάζεται να τις πολεμήσουμε. Χρειάζεται να τις κατανοήσουμε. Είναι το σημάδι μιας μετάβασης από το «ζούμε για να μη χάσουμε τους άλλους» στο «ζούμε χωρίς να βλάπτουμε τον εαυτό μας».
Αν νιώθουμε ενοχές όταν βάζουμε όρια, δεν χρειάζεται να τις πολεμήσουμε. Χρειάζεται να τις κατανοήσουμε. Είναι το σημάδι μιας μετάβασης από το «ζούμε για να μη χάσουμε τους άλλους» στο «ζούμε χωρίς να βλάπτουμε τον εαυτό μας».
Τα όρια δεν μας απομακρύνουν από τους ανθρώπους που μας σέβονται και θέλουν να είμαστε καλά. Μας φέρνουν πιο κοντά σ' αυτούς και οι σχέσεις γίνονται πιο ειλικρινείς και φυσικές.
Όσοι δεν μπορούν να σεβαστούν τα όρια γιατί έχουν μάθει να λειτουργούν μέσα από τον έλεγχο ή τη συναισθηματική εξάρτηση, δεν αντιδρούν στο όριο που θέτουμε, αλλά στην απώλεια της πρόσβασης που είχαν πάνω μας. Το όριο δεν τους πληγώνει επειδή είναι άδικο, αλλά επειδή τους αποσυντονίζει· αλλάζει μια δυναμική στην οποία ένιωθαν ασφαλείς ή ισχυροί. Γι' αυτό συχνά προσπαθούν να το αμφισβητήσουν, να το υποβαθμίσουν ή να μας κάνουν να νιώσουμε ενοχές, ώστε να επανέλθουν στην παλιά ισορροπία.
Νίκος Μπάτρας
Διαχειριστής www.aytepignosi.com
